- Συζήτηση
Ελληνικές οι ρίζες του ρεμπέτικου
Το ρεμπέτικο, σύμφωνα με το λεξικό Τεγόπουλου-Φυτράκη, είναι το «τραγούδι που αντλεί τα θέματά του από τις εμπειρίες και τα ακούσματα του περιθωρίου, των κατωτέρων τάξεων». Οπου ρεμπέτης δε, ο «αλήτης, μάγκας».
«Ρεμπέτικα σταμάτησαν να γράφονται το 1955. Από εκεί κι έπειτα ό,τι κυκλοφορεί είναι ψευδεπίγραφο», λέει ο Πάνος Σαββόπουλος
Συναντήσαμε τον Πάνο Σαββόπουλο, έναν από τους πιο γνωστούς μελετητές του ρεμπέτικου στη χώρα μας, στο σπίτι του, περιστοιχιζομένο από εκατοντάδες δίσκους του είδους, μερικοί εκ των οποίων εξαιρετικά σπάνιοι, των 78 στροφών. Τον συναντήσαμε προκειμένου να μιλήσουμε γι' αυτό το μουσικό είδος που μέχρι τις ημέρες μας ακούγεται ολοζώντανο και ελκυστικό. Την αφορμή αποτέλεσε η συμπλήρωση δέκα χρόνων της ραδιοφωνικής του εκπομπής στη ΝΕΤ 105,8 (κάθε Κυριακή, 12-2 το βράδυ) όπου παρουσιάζει το ρεμπέτικο τραγούδι σε όλο του το εύρος.Η «ταυτότητα» των ρεμπέτηδων
-Ηταν όντως οι ρεμπέτηδες άνθρωποι του περιθωρίου;
«Ηταν άνθρωποι που εξ ανάγκης βρέθηκαν στο περιθώριο, επιθυμώντας να ζήσουν κάπως διαφορετικά, με τον δικό τους τρόπο. Ως μία κλειστή παρέα».
-Γι' αυτό προφανώς και η συντροφικότητα αποτελεί το σήμα κατατεθέν των στίχων τους;
«Ακριβώς. Η ανάγκη για συντροφικότητα είναι που τους οδήγησε και στο χασίσι. Τα χασικλίδικα άλλωστε αποτελούν τα πρώτα ρεμπέτικα κομμάτια. Οι ρεμπέτηδες κάπνιζαν χασίς για να νιώσουν καλύτερα στην παρέα. Το κρασί ας πούμε δεν αποτελεί ανάλογο συντροφικό μέσο. Μπορείς να πιεις και μόνος σου, σε μία ταβέρνα, ενώ το χασίς θέλει παρέα απαραιτήτως. Λέει κάπου ο Μάρκος Βαμβακάρης "δώσε τού Γιώργη του τρελού, του μάστορα του ξυλουργού, τζούρα δώσε του Μπάτη μας, του μόρτη του μπερμπάντη μας". Αναφέρει δηλαδή όλους όσοι είναι στη συντροφιά. Το χασίς τότε τους έφερνε πιο κοντά».
-Τρόπος ζωής με άλλα λόγια;
«Σημείωσε, σε παρακαλώ, και το εξής: ο μοναδικός ρεμπέτης που πέθανε από ναρκωτικά, όχι βέβαια από χασίς, αλλά από άλλα πιο σκληρά, ήταν ο Ανέστης Δελιάς».
-Για ποια εποχή μιλάμε τώρα;
«Αμέσως μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Η Αθήνα γεμίζει από πρόσφυγες και τους ξεπετάει στις παρυφές της. Αλλο ένα είδος περιθωρίου γεννιέται, έστω και αν πρόκειται για ανθρώπους καλούς και σοβαρούς, για ανθρώπους που άφησαν πίσω τους περιουσίες και αξιώματα. Λέει μάλιστα ο Μάρκος κάπου, "τίμιοι άνθρωποι είμαστε, δουλεύουμε με τον ιδρώτα μας, δεν είμαστε κλέφτες"».
-Τους κατηγόρησαν για κλέφτες;
«Οχι τόσο, όσο για χασικλήδες χωρίς να γνωρίζουν ότι το χασίς αναφέρεται και στη Βίβλο, στο Ασμα Ασμάτων με το όνομα μανδραγόρας».
Αρχή με τους πρόσφυγες
-Καταφθάνουν, λοιπόν, οι πρόσφυγες και αρχίζουν να παίζουν τα τραγούδια τους...
«Με το πρώτο τρίχορδο όργανο, το μπουζούκι. Τραγούδια που είναι στηριγμένα, τόσο συνθετικά όσο και στιχουργικά στη δημοτική μας παράδοση, καθώς και στη βυζαντινή μουσική. Οι ρεμπέτες από ένστικτο συνεχίζουν στον ίδιο δρόμο».
-Πότε ξεκίνησε όλο αυτό;
«Γύρω στα τέλη του 19ου αιώνα, κυρίως σε πόλεις - λιμάνια, όπως η Σμύρνη, ο Πειραιάς και η Θεσσαλονίκη αργότερα».
-Με τι θεματολογία;
«Βγαλμένη από τη ζωή τους. Φυλακές, χασίσια, τεκέδες, τσακωμοί, χωρίς φόνους όμως, μόνο μαχαιρώματα. Τραγούδια δίχως επώνυμο δημιουργό. Αλλωστε τα κομμάτια φτιάχνονταν συντροφικά, πρόσθετε ο καθένας από ένα στιχάκι μέχρι να λάβει την τελική του μορφή».
-Οι ρίζες του είναι ελληνικές;
«Ασυζητητί. Δεν υπάρχει καν στην τουρκική γλώσσα η λέξη ρεμπέτικο. Τα στιχάκια του δε στηρίζονται όλα σε αδέσποτα στιχάκια της παράδοσής μας».
Τον κοιτάζω. Μιλάει με πάθος για τη μουσική. Ταυτόχρονα βάζει να ακούσω διάφορα τραγούδια της εποχής. Μου δείχνει παλιές φωτογραφίες, από τότε. Η ζωή του Πάνου Σαββόπουλου είναι ηλίου φαεινότερον ότι είναι άμεσα συνδεδεμένη με τα ρεμπέτικα.
-Ποια ήταν η χρυσή εποχή του ρεμπέτικου;
«Η δεκαετία του '30. Η μεγάλη αλλαγή συντελείται όταν έρχεται ο μέγας Μάρκος (Βαμβακάρης) και βάζει τα θεμέλια του αληθινού ρεμπέτικου ήχου, με μπουζούκι, μπαγλαμά και κιθάρα. Γράφει τη "Φραγκοσυριανή", το 1935, ένα κλασικό τραγούδι που στηρίζεται σε μία μόνο νότα που επαναλαμβάνεται δώδεκα φορές -και όμως δεν ακούγεται καθόλου βαρετό. Η "Φραγκοσυριανή" που έχει διασκευαστεί περισσότερες από πεντακόσιες φορές έως τώρα. Εχει σπάσει παγκόσμιο ρεκόρ σε διασκευές».
-Δεν νομίζω, γιατί υπάρχουν το Summertime, το Imagine...
«Ισως να έχεις δίκιο, σκέψου όμως ότι ακουγότανε ακόμα και στα "Μαύρα φεγγάρια του έρωτα" - τόσο πολύ».
Το αρχοντορεμπέτικο
- Είναι αλήθεια ότι ο Μάρκος έγραφε τα πιο χρονομετρικά τραγούδια;
«Ετσι. Οπως λέει και ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του, τα τραγούδια που έγραφε, τα χόρευε μόνος του από πριν. Ωστε να δει πώς πάει ο ρυθμός. Τότε ακριβώς, χειμώνας του '34, συμβαίνει και κάτι άλλο καθοριστικό: ανεβαίνει στο πάλκο η πρώτη ρεμπέτικη κομπανία: Μάρκος Βαμβακάρης, Γιώργος Μπάτης, Ανέστης Δελιάς και Στράτος Παγιουμτζής. Ετσι το ρεμπέτικο από μια υπόθεση ας πούμε ιδιωτική, ίσως και του υποκόσμου, γίνεται δημόσιο ακρόαμα. Οπότε εκ των πραγμάτων αλλάζει και η θεματολογία του. Από τότε ο Μπαγιαντέρας ή και ο Παπαϊωάνου αρχίζουν και γράφουν τα λεγόμενα κανταδόρικα. Ακολουθεί η δεκαετία του '40, με προεξάρχοντα τον Τσιτσάνη, αλλά και τον Μητσάκη και τον Χατζηχρήστο, όπου τα ρεμπέτικα γίνονται πια πιο λαϊκά».
- Και το αρχοντορεμπέτικο;
«Πρόκειται για το κατά κάποιον τρόπο κομπλεξικό ρεμπέτικο που δήθεν έγραψαν άρχοντες. Ηταν και λίγο χασάπικο και λίγο ζεϊμπέκικο, μοιάζανε αυτά τα κομμάτια με τα ρεμπέτικα, αλλά παίζονταν από ελαφριές ορχήστρες. Και ο Χιώτης έγραψε αρχοντορεμπέτικα, ενώ η Μαρίκα Νίνου τραγούδησε δύο τρία τέτοια κομμάτια. Το 1948, ο Μιχάλης Σουγιούλ παρουσίασε στην επιθεώρηση "Ανθρωποι άνθρωποι" το τραγούδι του "Το τραμ το τελευταίο". Τα αρχοντορεμπέτικα τελείωσαν το '58, τότε δηλαδή που πέθανε και ο Σουγιούλ».
- Αν καταλαβαίνω καλά, μπορεί να ήταν ένα κομπλεξικό όπως λέτε είδος ρεμπέτικου, αλλά έδωσε μερικά σπουδαία ονόματα;
«Χωρίς αμφιβολία».
Τέλος, το 1955
-Ποια είναι η ημερομηνία θανάτου του ρεμπέτικου;
«Το 1955. Από εκεί και έπειτα ό,τι κυκλοφορεί είναι ψευδεπίγραφο. Από τότε αλλάζει η μουσική γενικότερα».
- Και αυτοί που λένε ότι γράφουν ρεμπέτικο σήμερα;
«Είναι άσχετοι, ηλίθιοι ή πονηροί».
- Και το «Ρεμπέτικο» του Σταύρου Ξαρχάκου από την ομώνυμη ταινία του Φέρρη;
«Ο συγκεκριμένος δίσκος δεν περιέχει ούτε ένα ρεμπέτικο τραγούδι. Μόνο μικρασιάτικα. Η ταινία είναι μια τραγωδία, ιστορικά δεν στέκει. Η μουσική βέβαια του Ξαρχάκου είναι πολύ ωραία. Αλλά δεν είναι ρεμπέτικα».
- Γιατί το λαϊκό τραγούδι δεν μπορεί να αντικαταστήσει το ρεμπέτικο;
«Γιατί είναι ευτελές».
Μάνος Χατζιδάκις και ρεμπέτικο
«Η ενασχόλησή του με το είδος ξεκινάει το 1948. Ηδη από την Κατοχή βρέθηκε επανειλημμένως σε χώρους σκοτεινούς και παράνομους. Κι εξαιρετικά γοητευτικούς, όπως έλεγε. Το ένστικτό του τον έκανε να καταλάβει ότι κάτι σπουδαίο συνέβαινε εκεί. Το '49 δίνει την περίφημη διάλεξή του για το ρεμπέτικο και αμέσως μετά φέρνει τον Μάρκο και τη Σωτηρία Μπέλλου και γίνεται χαλασμός. Την επόμενη χρονιά κυκλοφορεί τις "Εξι λαϊκές ζωγραφιές", τραγούδια ρεμπέτικα παιγμένα σε πιάνο. Οι ίδιοι οι ρεμπέτες ένιωθαν ότι τους τιμούσε το γεγονός ένας τόσος σπουδαίος συνθέτης να ασχολείται με το είδος τους».
Οι κορυφαίοι
- Μάρκος Βαμβακάρης (1905-72)
«Είναι τα θεμέλια του οικοδομήματος που λέγεται ρεμπέτικο, πρόκειται μάλιστα για τον ιδρυτή του ήχου. Δημιουργεί κυρίως στη δεκαετία του '30, αλλά και πιο μετά - το τραγούδι "Τα Ματόκλαδά σου λάμπουν" κυκλοφόρησε χρόνια αργότερα».
- Βασίλης Τσιτσάνης (1915-84)
«Ο σκελετός του οικοδομήματος. Τα σπουδαία του τραγούδια, όπως η "Συννεφιασμένη Κυριακή", τα έγραψε όταν ήταν πολύ μικρός, πριν από τα τριάντα του χρόνια.
- Μεγάλα ονόματα είναι ακόμα ο Γιάννης Παπαϊωάνου, ο Μπαγιαντέρας, ο Απόστολος Χατζηχρήστος, ο Μπάτης, ο Γιοβάν Τσαούς, ο Μεμέτης (Γαβαλάς) κ.ά».
Συγγραφείς:
Αναφέρεται σε:
Συνδεθείτε για να απαντήσετε.