- Συζήτηση
Η ομορφιά της Ζιγκοάλα τον αρρώσταινε
Ο νταλκάς του, η εξάρτησή του από την πρώτη του γυναίκα, τη Ζιγκοάλα, με την οποία ζούσαν χώρια αν και παντρεμένοι (τα 'χε ανερυθρίαστα με τον κουμπάρο και «φίλο» του Γιωργάκη), έχει να κάνει με την άγρια θηλυκότητά της;
«Πρέπει να τον αρρώσταινε η ομορφιά της, τα μπούτια της, η τσαχπινιά της. Δεν τη χόρταινε γιατί δεν ζήσανε πολύ μαζί, να την απομυζήσει. Η προδοσία, ο κυνισμός, η σκληρότητά της, τον έθρεφε. Τάιζε τον μαζοχισμό του και την οδύνη του -οπότε έτσι αυτός έγραφε καλύτερα. Αντλούσε απ' την απώλεια, απ' την προσβολή, απ' την ίδια του την ταπείνωση το καυτό υλικό για τα τραγούδια του».
Τη «Φραγκοσυριανή» για κείνη την έγραψε ή για την πρώτη του, πλατωνική εφηβική αγάπη, Ροζαλίνα στη Σύρο;
«Ο Θεός κι η ψυχή του. Αυτό το ερώτημα θα ήταν δύσκολο να το απαντήσει κι ο ίδιος. Γιατί ποτέ δεν γράφεις για κάτι ή για κάποιον συγκεκριμένα -ίσως έτσι να φαίνεται, αλλά συνήθως πέφτει πολλή μετωνυμία και μεταμφίεση. Η έμπνευση τρέφεται στα σκοτάδια. Αλλο το ρούχο, άλλη η ουσία. Εξάλλου, κι εγώ όταν ακούω τη Φραγκοσυριανή, σκέφτομαι μια άλλη γυναίκα, μια άλλη πόλη, τη Θεσσαλονίκη κι όχι τη Σύρα».
«Οι γυναίκες είναι πουτάνες ψυχικώς, σωματικώς και ενδοφλεβίως», θυμάται ο Μάρκος μια κουβέντα ενός γερόμαγκα. «Μες στης γυναίκας την καρδιά ο μεσαίος όροφος είναι άδειος», ενός άλλου. «Φτερό στον άνεμο» χαρακτηρίζεται κάπου αλλού. Η δική σου η γνώμη;
«Οι γυναίκες είναι πιο ρευστές και πιο περίπλοκες από μας. Κατά βάθος είναι πάντα διαφεύγουσες. Νομίζουμε ότι τις καταλαβαίνουμε, αλλά είναι εντελώς άλλο είδος. Πιο όμορφες, πιο τρυφερές, πιο αγαπητικές, αλλά και πιο ανελέητες από μας. Αλλά κι εμείς δεν είμαστε καλόγριες. Συνήθως είμαστε χειρότεροι».
Οι άντρες είναι αθεράπευτα... παιδιά-κυνηγοί;
«Είναι κυνηγοί. Αλλά αν μείνουν δίπλα στο θήραμα πάνω από ένα μήνα, γίνονται οι ίδιοι, σιγά σιγά, θηράματα του θηράματος».
Αποκούμπι ο Βαμβακάρης είχε το μπουζούκι, ο Μπάτης τα χωρατά, ο Στράτος το ψάρεμα και ο Δελιάς τη «δόση» του. Εσύ πού έχεις; Πώς σβήνεις σκοτούρες και καημούς;
«Ευτυχώς υπάρχουνε τα μπαρ, η βότκα, οι φίλοι, η μουσική. Το έγραψε ωραία ο Τόλης Χάρμας: "Χωρίς τα κουτουκάκια, πώς θα ξημέρωνα; /χωρίς τα φιλαράκια, θα σε μαχαίρωνα"».
Προς το τέλος του βιβλίου, στους αρραβώνες του, ο Μάρκος ρίχνει μια «περήφανη, μελαγχολική ζεϊμπεκιά». Το ζεϊμπέκικο είναι καθαρά αντρική υπόθεση;
«Υπάρχουνε και γυναίκες και μη στρέιτ που χορεύουνε ζεϊμπέκικο πολύ καλύτερα από αρκετούς αρσενικούς φλώρους».
Τρεις στίχοι από τρία τραγούδια του Βαμβακάρη που σ' αγγίζουν ιδιαίτερα;
* «Αφότου εγεννήθηκα φωτιά με τριγυρίζει»
* «Ψηλά τη χτίζεις τη φωλιά και θα λυγίσει ο κλώνος»
* «Δεν θα μας δει άλλος κανείς, μόνο το φεγγαράκι».
2 - 06/12/2008
Συγγραφείς:
Συνδεθείτε για να απαντήσετε.